Εισαγωγή
Ένας από τους πιο σημαντικούς παιδαγωγούς του πρώτου μισού του 20
ου
αιώνα, ο οποίος με το θεωρητικό και πρακτικό έργο του συνοδοιπόρησε στην
προσπάθεια αναμόρφωσης της ελληνικής εκπαίδευσης για την αγωγή και μόρφωση των
μαθητών και συνάμα αποτέλεσε με τις ιδέες του σημαντική παράμετρος της ιστορίας
της Νεοελληνικής Εκπαίδευσης, είναι ο Μιχάλης Παπαμαύρος.
Πρόσωπο τραγικό στο επίπεδο της μοίρας που του επιφύλαξε η ζωή
έδωσε
κάθε δυνατό αγώνα για την προσπάθεια εκσυγχρονισμού της ελληνικής εκπαίδευσης
υπό την επίδραση του κινήματος της Μεταρρυθμιστικής αγωγής στην Γερμανία στην
οποία και σπούδασε. Μαζί με το Δημήτρη Γληνό και τον Αλέξανδρο Δελμούζο
στοχεύουν στην άνοδο του μορφωτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων και την
κοινωνική αναμόρφωση.
Η έκφραση των παιδαγωγικών και κοινωνικών του ιδεών παρουσιάζουν μια
εξελικτική πορεία από την αστική στην σοσιαλιστική-μαρξιστική παιδαγωγική
αντίληψη, την οποία θα παρακολουθήσουμε ερευνητικά για να εντοπίσουμε τις
διαφοροποιήσεις στις αντιλήψεις του για την παιδαγωγική και το διδακτικό έργο
στα πλαίσια των κοινωνικών συνιστωσών. Θα αντλήσουμε τις αρχές της
σοσιαλιστικής παιδαγωγικής από βιβλίο που έγραψε λίγο πριν τον θάνατο του και
έχει τίτλο «Σύστημα Νέας Παιδαγωγικής».
Το κοινωνικό και ιστορικό πλαίσιο (τέλη 19ου αιώνα – αρχές του
20ου αιώνα)
Ο Μ. Παπαμαύρος γεννιέται
στα τέλη του 19
ου αιώνα
και
μορφώνεται ως επιστήμονας - παιδαγωγός στη Γερμανία στις αρχές του 20
ου αι.
Την περίοδο εκείνη συμβαίνουν μια σειρά από οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές
και επιστημονικές εξελίξεις. Οι εξελίξεις αυτές θα τον επηρεάσουν καταλυτικά
στο να διαμορφώσει τις προσωπικές του και επιστημονικές του απόψεις.
Στο τομέα της οικονομίας,
γίνεται λόγος για δεύτερη βιομηχανική επανάσταση. Η βιομηχανία καθίσταται
πρωταρχικός παράγοντας της οικονομικής λειτουργίας στις ανεπτυγμένες χώρες και
επηρεάζει τις οικονομικές εξελίξεις και στις υπόλοιπες. Οι βιομηχανικές
επιχειρήσεις συγκεντρώνονται σε μεγάλες μονάδες και οδηγούνται σε γιγαντιαίες
συσπειρώσεις. Σημειώνονται μεγάλες μετακινήσεις πληθυσμών από την ύπαιθρο στα
αστικά κέντρα προκειμένου οι πληθυσμοί αυτοί να απορροφηθούν ως εργάτες στις
βιομηχανίες.
Πολύ συχνά η εργασία του
ανθρώπου μηχανοποιείται σε τέτοιο βαθμό που δεν του προσφέρει πλέον καμία
ευχαρίστηση. Τα επιτεύγματα της τεχνολογίας προκαλούν ίλιγγο αλλά και μεγάλες
καταστροφές, με κορύφωση τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Ο άνθρωπος αρχίζει, πλέον, να
δυσφορεί μέσα στο ανοίκειο γι’ αυτόν κλίμα μηχανοποίησης της ύπαρξης του. Είναι
η εποχή κατά την οποία αναπτύσσεται η συνείδηση ότι η ανάπτυξη της εξωτερικής
ζωής του ανθρώπου απειλεί βαθειά την εσωτερική ανθρώπινη ύπαρξη. Νοσταλγεί ο
άνθρωπος την πρωτογενή ζωή, τις παραδοσιακές μορφές, την εσωτερικότητα, την
ατομική διαμόρφωση της ζωής, την φυσική ανάπτυξη των δυνάμεων του και τέλος τη
ζωντανή ολότητα.
Καθώς ολοκληρώνεται
προοδευτικά η αστικοποίηση μεγάλου μέρος των πληθυσμών δημιουργούνται
πρωτόγνωρες συνθήκες ζωής. Οι νέες αυτές συνθήκες απαιτούν από το άτομο
συνείδηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων του που απορρέουν από το
κοινωνικό σύνολο.
Στον επιστημονικό τομέα σημειώνεται μια σειρά από επιστημονικές εξελίξεις
οι οποίες δημιουργούν ένα νέο πλαίσιο ανάγνωσης του κόσμου. Η κβαντική θεωρία
του
Planck και η θεωρία της σχετικότητας του
Einstein ανοίγουν νέες προοπτικές. Η ύλη
που πιο πριν θεωρούνταν ουσία στην οποία ήταν αδύνατο να εισχωρήσεις κανείς, με
την πρόοδο των φυσικών επιστημών εκλαμβάνεται πλέον ως ενέργεια. Η Βιολογία και
η Ψυχολογία απομακρύνονται από μηχανιστικές προσεγγίσεις. Η ζωή πρέπει να
μελετηθεί ως ολότητα. Η έρευνα δεν περιορίζεται στα ερεθίσματα των αισθήσεων
αλλά προχωράει στο βάθος. Στην ψυχολογία ερευνάται το ασυνείδητο (
Freud).
Παρόμοια στροφή πραγματοποιείται και στη φιλοσοφία. «Η φιλοσοφία της
ζωής» επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την πνευματική ζωή στις αρχές του 20
ου
αιώνα. Στρέφεται ενάντια στη νοησιαρχία η οποία εμποδίζει την πολύπλευρη βίωση
της ζωής έχοντας ως βασικές προϋποθέσεις την ατομικότητα, τη ζωή σε αρμονία με
τη φύση, την ελευθερία του ατόμου. Εξίσου χαρακτηριστική με τη φιλοσοφία της
ζωής είναι υπαρξιακή φιλοσοφία η οποία στρέφει το ενδιαφέρον της εποχής στον
στο εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου αναζητώντας τον τρόπο να διαφυλαχτεί η
βαθύτερη ύπαρξη του από τον γιγάντιο τεχνολογικό μηχανισμό.
Την περίοδο, λοιπόν, αυτή
αναπτύσσεται στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη το κίνημα της «Νέας Αγωγής». Σημαίνουσα
θέση στο κίνημα αυτό καταλαμβάνει ο J. Dewey για τον οποίο η μάθηση μέσω της
πράξης (learning by doing)
με στόχο την απόκτηση γνώσεων απ’ το ίδιο το παιδί αναδεικνύεται σε βασική
διδακτική αρχή.
Για τον Dewey τρεις είναι
εκείνοι οι παράγοντες που αποτέλεσαν την πηγή της θεωρίας του. Η δημοκρατία
είναι το μεγάλο ζητούμενο στην παιδαγωγική θεωρία του. Η δημοκρατία θεωρημένη
όχι μόνο ως μορφή πολιτεύματος αλλά και ως γενικός τρόπος ζωής και ανθρώπινων
σχέσεων αμοιβαιότητας Οι επόμενοι δύο παράγοντες είναι από τον χώρο των
επιστημών. Ο πρώτος συνδέεται με την επίδραση που άσκησε η νεότερη τότε
επιστήμη στην παιδαγωγική σκέψη. Προέρχεται από τη βιολογία και αναφέρεται στη
θεωρία της εξέλιξης των ειδών του Δαρβίνου, από την οποία αντλεί συχνά
επιχειρήματα προκειμένου να διαμορφώσει πορίσματα για την παιδαγωγική. Ο
δεύτερος παράγοντας αναφέρεται στην ανάλυση της επιστημονικής μεθόδου, η οποία
παίζει έναν πολύ σπουδαίο ρόλο, στον πραγματισμό (ωφελιμισμό) του Ντιούι.
Με
την έννοια ότι η αξία κάθε ιδέας μετριέται με την χρησιμότητα της στη ζωή και
με τις πρακτικές της συνέπειες.
Ο Γερμανός παιδαγωγός G.
Kerschensteiner επηρεάζεται από τις
φιλοσοφικές θέσεις του Dewey
αφού παρακολούθησε τις παιδαγωγικές και διδακτικές του προσπάθειες στο Σικάγο.
Στην Ελλάδα, οι αρχές της
Νέας Αγωγής εισάγονται από τον Δ. Γληνό και τον Α. Δελμούζου οι οποίοι
σπουδάζουν στη Γερμανία και συνδέουν την Νέα Αγωγή με την εισαγωγή της
δημοτικής γλώσσας στην εκπαίδευση.
Όταν η Ελλάδα μπαίνει στον
20
ο αιώνα, έχει μόλις βγει από μια ήττα στον ελληνοτουρκικό πόλεμο
του 1897. Η οικονομική κατάσταση είναι κακή και το πολιτικό σύστημα περνάει μια
μεγάλη κρίση.